Παλαμᾶς: Ταξίδια ἐμπρός μου ξάνοιξαν τόν κόσμον ὅλο
Ὁ Κωστής Παλαμᾶς, ὁ νεώτερος ἐθνικός ποιητής μας, εἶναι μία ἀπό τίς κορυφαῖες πνευματικές φυσιογνωμίες τοῦ νεώτερου ἑλληνισμοῦ. Γεννήθηκε στήν Πάτρα τό 1859, ἦταν ὅμως Μεσολογγίτης. Πέθανε κατά τή διάρκεια τῆς Κατοχῆς, σέ ἠλικία 84 ἐτῶν, τό 1943. Ὁ θάνατός του ἀποτέλεσε ἐθνικό πένθος. Χιλιάδες κόσμος συγκεντρώθηκαν αὐθόρμητα στό νεκροταφεῖο, νά τόν ξεπροβοδίσουν. Ἐκεῖ ὁ Σικελιανός τόν ἀποχαιρέτησε μέ τό βροντερό ποίημά του, πού ἀρχίζει: «Ἠχῆστε οἱ σάλπιγγες»..., ἐνῶ ἡ λαοθάλασσα τῶν θαυμαστῶν του τραγουδοῦσε τόν Ἐθνικό μας ὕμνο.
Τό 1892 ὁ Παλαμᾶς γράφει:
«Ἄν ὁ ποιητής ἀνατρέχει εἰς τό παρελθόν, ζητεῖ ἀπό αὐτό νέας καί σημαντικάς εἰκόνας, μορφάς, σύμβολα, μέ τά ὁποῖα ἐκφράζει τά νοήματα καί τά αἰσθήματά του. Αἰσθήματα καί νοήματα ψυχῆς τῶν νεωτέρων χρόνων πού ὑφίστανται, ὅσον κι ἄν δέν τόν ὑποπτεύη, τήν ἐπίδρασιν τοῦ περιέχοντος. Καί μέσα εἰς τό ἀνακάτωμα τοῦτο μέ παραχωρήσεις ἀμοιβαίας, καί τό νεώτερον πνεῦμα καθαρίζεται καί τό ἀρχαῖο πνεῦμα μετασχηματίζεται, καθώς ἀπαιτεῖ καί αὐτή ἡ φύση τῆς καλλιτεχνικῆς ἐργασίας πού δέν εἶναι βέβαια ὡς ἡ ἐργασία τοῦ φωτογράφου καί τοῦ ἀρχαιοδίφου»
(Κωστής Παλαμᾶς [«Πρόλογος»], «Τά Μάτια τῆς Ψυχῆς μου», Ἅπαντα τόμ. 1, Ἐκδ. Μπίρη, Ἀθήνα: 1972, σελ. 212-213.
Ὁ ποιητής στό ἕνατο σονέτο τῶν Πατρίδων (1895), μᾶς ταξιδεύει, νοερά, σ' ὅλες τίς ἠπείρους.
Σάν τῶν Φαιάκων τό καράβ' ἡ Φαντασία
χωρίς νά τή βοηθᾶν πανιά καί λαμνοκόποι
κυλάει· καί εἶναι στά βάθη τῆς ψυχῆς μου τόποι
πανάρχαιοι κι ἀσάλευτοι σάν τήν Ἀσία,
πεντάγνωμοι κι ἀπόκοτοι σάν τήν Εὐρώπη
σά μαύρη γῆ Ἀφρική μέ σφίγγ' ἡ απελπισία,
κρατῶ μιάν ἄγρια μέσα μου Πολυνησία,
καί πάντα ἕνα Κολόμβο παίρνω τό κατόπι.
Καί τά τεράστια τῆς ζωῆς καί τά λιοπύρια
τῶν τροπικῶν τά γνώρισα, καί μέ τῶν πόλων
τυλίχτηκα τά σάβανα, καί χίλια μύρια
ταξίδια ἐμπρός μου ξάνοιξαν τόν κόσμον ὅλο.
Καί τί 'μαι; Χόρτο ριζωμένο σ' ἕνα σβῶλο
ἀπάνω, πού ξεφεύγει κι ἀπ' τά κλαδευτήρια.