Μυστρᾶς : Ἡ Ἔρημη Καστροπολιτεία

2024-03-05
Ἄν δέν ἔχετε ἐπισκεφθεῖ ἤδη τόν Μυστρᾶ... νά πᾶτε!
Εἰδικά τήν Ἄνοιξη εἶναι πανέμορφος!

Μέ λίγα λόγια...

Ἡ ἱστορία "τῆς νεκρῆς πολιτείας" σήμερα τοῦ Μυστρᾶ ξεκινᾶ μετά τήν Ἄλωση τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπό τούς Σταυροφόρους (1204), στόν ἀπόηχο τῆς ὁποίας δημουργήθηκαν λατινικά κρατίδια στά ἐδάφη τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας. Στήν Πελοπόννησο ἰδρύεται τό Πριγκηπάτο τῆς Ἀχαΐας ἀπό τή φραγκική οἰκογένεια τῶν Βιλλεαρδουίνων. Τό 1249 ὁ Γουλιέλμος Βιλλεαρδουίνος κτίζει πάνω στόν λόφο τοῦ Μυζηθρᾶ, στήν ἀνατολική πλευρά τοῦ Ταϋγέτου, τό ὁμώνυμο κάστρο. Ὁ Μυστράς ἐξελίχθηκε σέ μιά σπουδαία καστροπολιτεία καί ἔγινε πρωτεύουσα τοῦ Δεσποτάτου τοῦ Μωρέως. Συνέχισε νά εἶναι σημαντική πόλη στούς ἑπόμενους αἰῶνες μέχρι τά πρῶτα μεταεπαναστατικά χρόνια, ὁπότε καί ἐρήμωσε. Σήμερα ὁ Μυστράς εἶναι μακράν τό πιό σημαντικό Βυζαντινό μνημεῖο στήν Ἑλλάδα.

Τό ὄνομα

Τό ὕψωμα στό ὁποῖο χτίστηκε τό κάστρο εἶχε ἀπότομη καί κωνοειδή μορφή καί ὀνομαζόταν Μυζυθρᾶς , καί μετά ἀπό παραφθορά, Μυστρᾶς. Τό «Μυζυθρᾶς» προέρχεται εἴτε ἀπό τό ὄνομα παλαιότερου ἰδιοκτήτη εἴτε - τό πιό πιθανό- ὀφείλεται στό σχῆμα του πού θυμίζει μαστό (ἀρχαιοελληνικά=μαζός). Σύμφωνα μέ μιά ἄλλη ἐκδοχή, ὁ λόφος πῆρε αὐτό τό ὄνομα ἀπό τό ὁμώνυμο τυρί, λόγω σχήματος.


Ἱστορία

Τό κάστρο βρίσκεται σέ ἀπότομο ὕψωμα, πού δεσπόζει στήν εὔφορη κοιλάδα τοῦ Εὐρώτα, μόλις 6 χιλιόμετρα ἀπό τη Σπάρτη. Εἶναι πολύ πιθανό, ὁ βασικός λόγος γιά τήν ἀπόφαση τῶν Φράγκων νά χτίσουν κάστρο σέ αὐτό τό σημεῖο νά ἦταν ἡ γειτνίαση μέ τήν ἀρχαία Σπάρτη. Γιά τούς Φράγκους, πολύ περισσότερο ἀπό ὅ,τι γιά τούς Βυζαντινούς, ἡ κτήση ἑνός κάστρου ἦταν κάτι περισσότερο ἀπό στρατηγική ἐπιλογή. Ἦταν κυρίως ἐπίδειξη δύναμης καί σύμβολο ἐπιτυχίας. Ἰδιαίτερα ἕνα κάστρο στή Σπάρτη θά πρέπει νά εἶχε πρόσθετη συμβολική ἀξία γιά τούς Δυτικούς καί νά προσέδιδε ἀκόμα μεγαλύτερο κύρος καί μάλιστα διεθνῶς.

Τό 1259, στή μάχη τῆς Πελαγονίας, ὁ Φράγκος πρίγκιπας Βιλλεαρδουίνος συλλαμβάνεται αἰχμάλωτος. Γιά τήν ἀπελευθέρωσή του ὁ βυζαντινός αὐτοκράτορας Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος ἀπαιτεῖ ὡς λύτρα τήν παράδοση τῶν κάστρων τῆς Μονεμβασίας, τῆς Μαΐνης καί τοῦ Μυζηθρᾶ, τά ὁποῖα καί παραδίδονται τρία χρόνια ἀργότερα, τό 1262. Ὁ Μυστράς γίνεται ἕδρα βυζαντινοῦ στρατηγοῦ, τοῦ «σεβαστοκράτορος», καί ξεκινᾶ ἡ περίοδος τῆς ἀκμῆς του, πού διήρκεσε δύο αἰῶνες. Οἱ κάτοικοι τῆς γειτονικῆς Λακεδαίμονος ἔρχονται καί ἐγκαθίστανται γύρω ἀπό τό κάστρο.


Τό 1289 ἡ ''κεφαλή'', ὁ ἐπαρχιακός διοικητής τῶν βυζαντινῶν κτήσεων τῆς Πελοποννήσου, μεταφέρει τήν ἕδρα του ἀπό τή Μονεμβασία στόν Μυστρά. Ἀπό τό 1308 τό σύστημα τῆς διοικήσεως μεταβάλλεται καί οἱ στρατηγοί γίνονται μόνιμοι διοικητές, ἐνῶ τό 1349 ὁ Μυστράς γίνεται ἡ πρωτεύουσα τοῦ ἡμιαυτόνομου Δεσποτάτου τοῦ Μορέως, μέ πρῶτο ''Δεσπότη'' τόν Μανουήλ Καντακουζηνό (1349-1380), γιό τοῦ αὐτοκράτορα Ἰωάννη Στ΄. Τό 1383 ἡ οἰκογένεια τῶν Παλαιολόγων, μέ πρῶτο ἐκπρόσωπό της τόν Θεόδωρο Α΄ Παλαιολόγο, διαδέχεται τούς Κατακουζηνούς.

Ἡ συνετή διοίκηση συνετέλεσε ὥστε ὁ Μυστρᾶς νά ἐπεκτείνει τήν ἐξουσία του σέ ὅλη τήν Πελοπόννησο καί νά γίνει ἑστία τῆς πολιτικῆς καί πνευματικῆς ζωῆς τῆς αὐτοκρατορίας, καθώς καί τό κέντρο τῆς ἀναγεννήσεως τῶν γραμμάτων καί τῶν τεχνῶν. Ἡ μικρή πολιτεία γίνεται πόλος ἔλξης καλλιτεχνῶν, ἐπιστημόνων, λογίων καί φιλοσόφων. Σπουδαιότερος καί σημαντικότερος ὅλων, ὁ νεοπλατωνικός φιλόσοφος, Γεώργιος Γεμιστός ἤ Πλήθων, ὁ ὁποῖος ἴδρυσε φιλοσοφική σχολή καί ἐπηρέασε μέ τή διδασκαλία του τη νεοελληνική σκέψη στα χρόνια τῆς τουρκοκρατίας. Γιὰ τη βυζαντινή τέχνη, ὁ Μυστράς ἀποτελεῖ τό κύκνειο ἇσμα. Τό κάστρο, τό τριπλό τεῖχος, οἱ πύλες, τά παλάτια, τά ἀρχοντικά, οἱ δρόμοι καί οἱ ναοί εἶναι ἐξαίσια δείγματα τῆς ὕστατης πολιτιστικῆς ἀναλαμῆς τοῦ Βυζαντίου.



Ξεχωριστή θέση ἀνάμεσα στούς Δεσπότες τοῦ Μυστρᾶ κατέχει ὁ Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος (1443-1448), προτελευταῖος στή σειρά Δεσπότης, ὁ ὁποῖος, ἔχοντας διαδεχθεῖ στόν αὐτοκρατορικό θρόνο τόν ἀδελφό του Ιωάννη Η΄ (1425-1448), θά σκοτωθεῖ στήν πολιορκία καί ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης, τό 1453.

Τό 1460 ὁ Μυστρᾶς θά παραδοθεῖ στόν Μωάμεθ Β' ἀπό τόν τελευταῖο Δεσπότη Δημήτριο Παλαιολόγο. Ἀπό τό 1460 ἕως τό 1540, πρωτεύουσα πλέον τοῦ Ὀθωμανικοῦ σαντζακίου τῆς Πελοποννήσου, γίνεται ἕνα ἀπό τά πιό σημαντικά κέντρα παραγωγῆς καί ἐμπορίας μεταξιοῦ τῆς ἀνατο-λικῆς Μεσογείου. Μικρή διακοπή στή μακραίωνη τουρκική κατοχή ἀποτελεῖ ἡ περίοδος τῆς Ἐνετοκρατίας, ἀπό τό 1687 ἕως τό 1715, περίοδο κατά τήν ὁποία ὅλη ἡ Πελοπόννησος ἦταν Ἐνετική.

Τό 1770, κατά τήν ἐπανάσταση τοῦ Ὀρλώφ, ἕνα μικρό στράτευμα Ἑλλήνων καί Ρώσων πολιόρκησε τήν τουρκική φρουρά μέσα στό κάστρο. Τότε οἱ Τοῦρκοι κάτοικοι τῆς πόλεως, ἄν καί παραδόθηκαν μέ τόν ὅρο νά ἐξέλθουν μέ τίς οἰκογένειές τους, κατά τήν ἔξοδό τους σφαγιάστηκαν ἀπό τούς ἀπείθαρχους Μανιάτες. Ἡ σφαγή σταμάτησε μόνο χάρη στόν τότε Μητροπολίτη πού μπῆκε στή μέση κρατώντας ἕναν σταυρό. 

Μέ τή λήξη τῶν Ὀρλωφικῶν, ὁ Μυστράς καταστράφηκε ἀπό τούς Τουρκαλβανούς πού τόν ἀνακατέλαβαν, καί τότε ἄρχισε ἡ ὁριστική πτώση. 

Στήν ἐπανάσταση τοῦ 1821 ἡ συμμετοχή τοῦ Μυστρᾶ εἶναι σημαντική. Τό 1825 λεηλατήθηκε ἀπό τούς Αἰγυπτίους τοῦ Ἰμπραήμ καί ἀπό τότε σιγά σιγά ἐγκαταλείφθηκε καί ἰδρύθηκε ὁ νέος Μυστράς, τό σημερινό ὁμώνυμο χωριό στούς πρόποδες τοῦ λόφου. Μέ τήν ἴδρυση τοῦ ἐλεύθερου κράτους, οἱ Ἀρχές τῆς ἐπαρχίας Λακωνίας ἐγκαταστάθηκαν στόν ἐρειπωμένο Μυστρά, λίγο ὅμως ἀργότερα, τό 1834 ὁ Βασιλιάς Ὄθων θεμελίωσε τή νέα πόλη, τή Σπάρτη, ἐπί τοῦ πρώτου πολεοδομικοῦ σχεδίου πού ἐκπονήθηκε στήν Ἑλλάδα. Ὁ σχεδιασμός εἶχε ἤδη δρομολογηθεῖ ἀπό τόν Ἰωάννη Καποδίστρια πρίν τή δολοφονία του. Ἀπό τότε ὁ Μυστράς οὐσιαστικά ἐρημώνεται.

Οἱ τελευταῖοι κάτοικοί του θά ἐγκαταλείψουν τήν καστροπολιτεία τό 1953 μετά τήν ἀπαλλοτρίωση τοῦ χώρου ἀπό τό ἑλληνικό κράτος. Εἶχε προηγηθεῖ, τό 1921, ἡ κήρυξη τοῦ χώρου μέ βασιλικό διάταγμα ὡς προέχον βυζαντινό μνημεῖο. Τό 1989 μέ ἀπόφαση τῆς ἀρμόδιας ἐπιτροπῆς τῆς Unesco, ὁ Μυστράς ἐγγράφεται στόν κατάλογο τῆς Παγκόσμιας Πολιτιστικῆς Κληρονομιᾶς.