Καλαβρία: Ροσάνο

2019-09-27

Φθάσαμε βράδυ στὸ Ροσάνο. Καταφέραμε νά ἐντοπίσουμε τό κατάλυμά μας, Tenuta Ciminata Greco, ἕνα παλιό ἀρχοντικό-φάρμα, μές τά σκοτάδια καί τὰ χωράφια. Μιά κοπελίτσα μᾶς περίμενε, μᾶς κατατόπισε λίγο, μᾶς ἔδωσε τὰ κλειδιά κι ἔφυγε. Μείναμε μόνες μας καί κάπως ἀγριευτήκαμε εἶναι ἡ ἀλήθεια. Ἡ πείνα ὅμως μᾶς κινητοποίησε. Γρήγορα βγήκαμε νά ἀναζητήσουμε τὸ πιό κοντινό ἀπό τὰ ἐστιατόρια πού μᾶς εἶχε προτείνει.

Στὸ νέο Rossano (διότι ἀνακαλύψαμε ὅτι ὑπάρχει παλιό καὶ νέο ἤ πιό σωστά ἄνω καί κάτω) κυκλοφοροῦσε κόσμος καί εἰδικά τό ἐστιατόριο πού πήγαμε, LE MACINE, ἦταν γεμάτο. Ἄνθρωποι μέ τά καλά τους, μεγάλοι καὶ μικροί! Πετύχαμε καί τό γεῦμα ἀποφοίτησης μιᾶς κοπέλας, ὅπου ὅλες ἦταν ντυμένοι μέ τουαλέτες ἀμερικάνικου τύπου. Ἡ μόδα τοῦ Νότου, φαίνεται. Τὸ φαγητό ἀποδείχθηκε ἐξαιρετικό. Εἰδικότητά του τά θαλασσινά. Ὅλα τέλεια, εἰδικά τό φιλέτο ψαριοῦ μέ τήν τραγανή κρούστα ἀπό φυστίκια! Τελικά κάθε μέρα τρῶμε καί καλύτερα! Γυρίσαμε κατάκοπες, καταφέραμε νά ἀνοίξουμε τίς καγκελόπορτες τοῦ κτήματος, εἴδαμε ὅτι ὑπῆρχαν πολλά ἀκόμη αὐτοκίνητα στό πάρκινγκ, γεγονός πού κάπως μᾶς καθησύχασε.

Ξυπνήσαμε ἀπό φωνοῦλες παιδιῶν. Οἱ ἄλλοι ἔνοικοι εἶχαν ἤδη ξυπνήσει ἀπ' ὅτι φαίνεται. Τὸ περιβάλλον ἦταν ἐντελῶς διαφορετικό ἀπό τήν προηγούμενη νύχτα. Τὸ Tenuta Ciminata Greco εἶναι χτισμένο σέ ἕνα λοφίσκο, περιτρυγυρισμένο ἀπό κτήματα μέ ἐλιές καί βλέπει τή θάλασσα. Ἐξαιρετικά περιποιημένο καί καλόγουστο.

Τό πρωϊνό ἀποδείχθηκε κι αὐτό ἀπίθανο, στήν ἐσωτερικὴ αὐλίτσα. Μακάρι νὰ μπορούσαμε νά μείνουμε κι ἄλλο, ἀλλά εἴχαμε πρόγραμμα μπροστά μας! Ὁ συμπαθής γιός τοῦ ἰδιοκτήτη, Mario, πού εἶχε ἔρθει στό πρωϊνό νά μᾶς συστηθεῖ, μᾶς διηγήθηκε τήν ἱστορία τοῦ κτήματος καί τοῦ παπποῦ Greco, πού εἶχε ἔρθει ἀπό τήν Πολωνία. Δέν ἦταν ἑλληνικῆς καταγωγῆς, ὅπως εἶχα φαντασθεῖ ἐγώ ὅταν ἔκανα τήν κράτηση. Μᾶς ξεναγησε ἐπίσης στή βιβλιοθήκη τοῦ παπποῦ του, μὲ καμάρι.

Ἀφήνουμε τὀ ξενοδοχεῖο μας καί κατευθυνόμαστε πρός τό ὀρεινό Rossano. Πανέμορφο, μέ στενὰ δρομάκια καί ἔντονη βυζαντινά στοιχεῖα.


Ροσάνο

Tό ἀρχικό ὄνομα, κατά τήν ρωμαϊκή περίοδο, ἦταν Roscianum. Τόν 2ο αἰῶνα AD, ὁ αὐτοκράτωρ Ἀνδριανός ἔκτισε ἤ ἀνακαίνισε ἕνα λιμάνι, χωρητικότητας 300 πλοίων. Ἀναφέρεται ὡς ἕνα ἀπό τά σημαντικώτερα ὀχυρά τῆς Καλαβρίας καί πράγματι δέν κατακτήθηκε ἀπό Σαρακηνούς καί Ἄραβες ὅπως ἄλλες περιοχές. Οἱ κάτοικοι εἶχαν πολύ στενὴ σύνδεση μὲ τὴ Βυζαντινὴ αὐτοκρατορία, καὶ ἡ πόλη ἦταν ἡ ἕδρα τοῦ Στρατηγοῦ τῆς περιοχῆς. Τὰ Rossano Gospels, χειρόγραφο τοῦ 6ου αἰώνα, μεγάλης ἱστορικῆς καὶ καλλιτεχνικῆς ἀξίας ἀποτελεῖ χειροπιαστό λείψανο ἐκείνης τῆς ἐποχῆς.

Ὁ ἑλληνικός χαρακτήρας διατηρήθηκε καί μετά τήν κατάκτηση ἀπό τούς Νορμανδούς, ὅπως φαίνεται καί ἀπό τή συνέχιση τοῦ Ἑλληνικοῦ Τελετεργικοῦ καί ὄχι τοῦ Λατινικοῦ ὥς τό 1417.

Ἐπισκεφθήκαμε τόν Καθεδρικό Ναό, τῆς Παναγίας τῆς Ἀχειροποίητης (Madonna Acheropita) καί τό Μουσεῖο μέ τούς Κώδικες. Πραγματικά ἐντυπωσιακό καί μέ πολύ καλά ὀργανωμένη ξενάγηση.


Ὁ Κώδικας τοῦ Ροσάνο

Ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον γιά τήν ἱστορία τοῦ κειμένου τῆς Κ. Διαθήκης παρουσιάζουν οἱ τέσσερις πορφυροί κώδικες τοῦ 6ου αἰώνα. Πρόκειται γιὰ τούς μόνους γνωστούς πορφυρούς κώδικες τῆς Κ. Διαθήκης, γραμμένους στήν ἑλληνική γλῶσσα. Πρῶτος καί φημισμένος κώδικας εἶναι ὁ Ν (022) = codex purpureus Petropolitanus, τοῦ 6ου αἰώνα, μέ ἀσημένια γράμματα. Ἀπό τήν πολυτέλεια τῆς κατασκευῆς του καί τή μεγαλοπρέπεια τῆς ἐμφανίσεώς του συμπεραίνουμε ὅτι πρόκειται γιά αὐτοκρατορικό κώδικα, πού εἴτε τόν χρησιμοποιοῦσε ὁ ἴδιος ὁ αὐτοκράτορας, εἴτε τόν προσέφερε ὡς δῶρο κάπου. Εἶναι σημαντικό νά ἀναφέρουμε ὅτι ὁ Μ. Κωνσταντίνος τό 331 εἶχε παραγγείλει στό ἐργαστήριο τοῦ Εὐσεβίου Καισαρείας 50 κώδικες, γιά νά τούς δωρήσει σέ ἰσάριθμες Ἐκκλησίες. Δύο ἀπό αὐτούς, τοῦ Μ. Κωνσταντίνου, σώζονται μέχρι σήμερα καί εἶναι οἱ περίφημοι κώδικες Σιναϊτικός καί Βατικανός.

Δεύτερος πορφυροῦς κώδικας εἶναι ὁ Ο (023) = Sinopensis. Προέρχεται ἀπό τὴν Σινώπη καὶ βρίσκεται στό Παρίσι. Τρίτος εἶναι ὁ σ' (042) = Rossaniensis, πού βρίσκεται στὸ Rossano τῆς Ἰταλίας. Περιέχει τά εὐαγγέλια τοῦ Ματθαίου καὶ τοῦ Μάρκου καί εἶναι γραμμένος μέ ἀσημένια γράμματα, πλήν τῶν τριῶν πρώτων στίχων κάθε εὐαγγελίου, πού εἶναι γραμμένοι μέ χρυσά γράμματα. Τέταρτος πορφυροῦς κώδιξ εἶναι ὁ Φ (043) = Beratinus, ποὺ βρίσκεται στὸ Βεράτιο τῆς Ἀλβανίας καί περιέχει τά 4 εὐαγγέλια.

Τήν εὐκαιρία νά θαυμάσουν ἕνα Φύλλο Εὐαγγελίου ἀπό τόν πορφυρό κώδικα Ν (022) (codex purpureus Petropolitanus) πού χρονολογεῖται τόν 6ο αἰ., ἔχουν οἱ ἐπισκέπτες τοῦ Μουσείου Βυζαντινοῦ Πολιτισμοῦ Θεσσαλονίκης.

Ὁ κώδικας «διαμελίστηκε» γιὰ πρώτη φορά ἴσως στὰ χρόνια τῶν Σταυροφοριῶν. Τὸ μεγαλύτερο μέρος του παρέμεινε στό Σαμουρσακλί τῆς Καππαδοκίας ὥς τὸ 1896, ὁπότε ἀγοράστηκε ἀπό τόν τσάρο Νικόλαο Β΄ καί κατέληξε στήν Ἁγία Πετρούπολη. Ἕνα φύλλο, ὅμως, κρατήθηκε στό Σαμουρσακλί ὡς ἐνθύμιο καί μεταφέρθηκε στήν Ἑλλάδα τό 1922 ἀπό οἰκογένεια προσφύγων, ἀπό τούς ὁποίους τό ἀγόρασε ἡ Ἀρχαιολογική Ὑπηρεσία τό 1966 καί φυλάσσεται σήμερα στὴ μόνιμη ἔκθεση τοῦ Μουσείου.


Ὁ συμπαθέστατος ξεναγός μας, ἐνθουσιώδης καὶ ἐνημερωμένος, χάρηκε ἰδιαιτέρως πού εἴμαστε Ἕλληνες. Εἶχε ἐπισκεφθεῖ τό Βυζαντινό Μουσεῖο τῆς Θεσσαλονίκης, γιά τόν ἐκεῖ Κώδικα, καί εἶπε τά καλύτερα γιά τή συνεργασία μέ τό μουσεῖο. Ὁ ἴδιος ὁ Κώδικας εἶναι ἐντυπωσιακός. Οἱ μικρογραφίες καί τά χρώματα ἐξαιρετικά!

Ἐνθουσιασμένες ἀπό τήν ἐπίσκεψή μας, καθήσαμε γιά ἕναν καφέ σέ ἕνα συμπαθέστατο καφενεῖο-μπακάλικο. Τελευταία στάση μας στό Ροσσάνο, ἡ ἐκκλησία τῆς Παναγιᾶς (Chiesa della Panaghia), ἕνα χαρακτηριστικό βυζαντινό δεῖγμα, μέ ὑπολείμματα φρέσκο πού ἀπεικονίζουν τὸν Ἰωάννη τόν Χρυστόστομο.

Ἀφήνουμε πίσω μας τὸ Rossano, ἀφοῦ βγάλαμε φωτογραφίες ἡ μία τήν ἄλλη!


Ἡ ἐπίσκεψη στό Ροσάνο ἦταν μέρος ἑνός πενθήμερου ὁδοιπορικοῦ στήν Κάτω Ἰταλία στά τέλη Αὐγούστου τοῦ 2018, ἀπό τήν γράφουσα καί τίς δύο φιλενάδες! Ὅλες οἱ φωτογραφίες εἶναι δικές μας.